Η αναδιάρθρωση της Δημόσιας Διοίκησης

Η Ελλάδα, για πολλούς λόγους, το 2009 βρέθηκε ένα βήμα πριν την άτακτη χρεοκοπία και την καταστροφή. Ιστορικά κάθε χρεοκοπία της χώρας είχε τις δικές της ιδιομορφίες. Τα αίτια της χρεοκοπίας έχουν αναλυθεί πολλάκις, αλλά τα κυριότερα ήταν διαχείριση της περιόδου 2004-2009, το παραγωγικό και αναπτυξιακό μοντέλο και η διάρθρωση της οικονομίας. Το 2010 ήταν η στιγμή για εθνική συνεννόηση, να αναλύσουμε πως φτάσαμε στην χρεοκοπία και με ποιο σχέδιο θα προχωρήσουμε στην ανασυγκρότηση της πατρίδας, λύνοντας τα  διαχρονικά και δομικά προβλήματα της χώρας. Αντί για αυτό, επιλέχθηκε από την πλειοψηφία των πολιτικών και οικονομικών ελίτ η λογική να μην αλλάξουμε τίποτα.

Με την κατάρρευση της δημαγωγικής αντιμνημονιακής ρητορείας, πρέπει να ανοίξει ένας κύκλος κοινωνικών συναινέσεων, που θα αντικαταστήσει το κυρίαρχο υπόδειγμα στην άσκηση πολιτικής με τρόπον ώστε η αλήθεια και η υπεύθυνη διαχείριση των δημόσιων αγαθών να κυριαρχήσουν στην πολιτική ζωή. Πρέπει να χτίσουμε μία Ελλάδα που δεν θα φοβάται να αντλήσει γνώσεις και τεχνογνωσία από το εξωτερικό, αλλά θα συνεργάζεται, θα είναι ανταγωνιστική, θέτοντας ως προτεραιότητα ένα νέο κράτος δικαίου και ισονομίας, δημιουργώντας ένα νέο αίσθημα πατριωτισμού. Σήμερα, οχτώ χρόνια μετά, παρόλες τις θυσίες της κοινωνίας, μένουν να γίνουν πολλά ακόμη, κυρίως όσον αφορά την αλλαγή του μοντέλου ανάπτυξης και της διάρθρωσης της ελληνικής οικονομίας. Χρειαζόμαστε ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο για την Ελλάδα στο οποίο ο δημόσιος τομέας θα είναι βασικός πυλώνας, όχι όμως με όρους κρατισμού, κομματικών παρεμβάσεων και πελατειακών σχέσεων.

Η δημόσια διοίκηση και οι άνθρωποι της, ειδικά τα χρόνια της κρίσης, αποτέλεσαν τον εύκολο στόχο και κατηγορήθηκαν για πολλά δεινά του τόπου. Η κριτική είναι εύκολη, συχνά ανέξοδη και άλλοθι ώστε να μην αλλάξει τίποτα. Αυτή η τάση πρέπει να αντιστραφεί και σε αυτό το ανθρώπινο δυναμικό του δημόσιου τομέα θα παίξει σημαντικό ρόλο. Πρέπει, όμως, και οι ίδιοι να είναι δεκτικοί σε αλλαγές που θα ενδυναμώσουν την θέση τους αλλά και τις υπηρεσίες που προσφέρουν. Με τον ίδιο τρόπο στοχοποιήθηκαν και εκείνες οι παρεμβάσεις και μεταρρυθμίσεις που ήταν στην κατεύθυνση της δημιουργίας ενός σύγχρονου και λειτουργικού δημοσίου τομέα. Αυτό δεν σημαίνει περισσότερο ή λιγότερο κράτος, αλλά διαφορετικό. Χρειαζόμαστε επιτελικό κράτος, φιλικό προς τον πολίτη και την επιχειρηματικότητα.

Ο μετασχηματισμός του δημοσίου τομέα πρέπει να έχει ως στόχο την δημιουργία ευκαιριών, να μην αναπαράγει ανισότητες, διακρίσεις και στρεβλώσεις, να παρέχει υπηρεσίες υψηλής ποιότητας. Επίσης, να διασφαλίζει την αποτροπή της σπατάλης των δημοσίων αγαθών, να αξιολογείται και λογοδοτεί για αυτά. Να έχει ικανότητες πρόβλεψης, προγραμματισμού και σχεδιασμού στην αντιμετώπιση προβλημάτων. Τέλος, θα πρέπει να δημιουργεί τις απαραίτητες συνθήκες για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της χώρας.
Τα απαραίτητα βήματα στην διαδικασία μετασχηματισμού του κράτους θα πρέπει να βασίζονται στις αρχές της λογοδοσίας και της υπεύθυνης διαχείρισης των πόρων. Ένα βήμα είναι η υιοθέτηση δομών λογοδοσίας, η  θέσπιση ετήσιων εκθέσεων επίτευξης οικονομικών και ποιοτικών στόχων και αποτελεσμάτων, η καθιέρωση μεσοπρόθεσμων προγραμμάτων ανάπτυξης, που θα συνδέονται με την εκτέλεση του ετήσιου προϋπολογισμού. Θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην απόδοση των δημοσίων δαπανών και στα αποτελέσματα τα οποία θα υπόκεινται σε λογοδοσία.

Η αλλαγή στη δημόσια διοίκηση δεν μπορεί να γίνει χωρίς γενναία αποκέντρωση. Χρειαζόμαστε αποκέντρωση παντού με ένα κράτος στρατηγείο για τη χάραξη εθνικών πολιτικών, την Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση σε ρόλο μικρής κυβέρνησης με μετατόπιση αρμοδιοτήτων και πόρων, ώστε να χαράζουν αναπτυξιακή πολιτική, και την πρωτοβάθμια αυτοδιοίκηση ενισχυμένη με δικούς της πόρους και εκτελεστικές αρμοδιότητες. Στόχος πρέπει να είναι η διασφάλιση της Τοπικής και Περιφερειακής διάστασης στον σχεδιασμό των αναπτυξιακών δράσεων με συμμετοχή των τοπικών φορέων και για αυτό χρειάζεται και η οικονομική αυτοτέλεια των Ο.Τ.Α.
Μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση είναι η επέκταση της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης σε όλο το φάσμα θεσμών και εξουσιών (τοπική αυτοδιοίκηση, φορείς παροχής υπηρεσιών υγείας, δικαιοσύνη), διασφαλίζοντας διαφάνεια παντού. Απαιτείται η επέκταση του θεσμού των ηλεκτρονικών προμηθειών σε όλο το φάσμα του Δημοσίου, όπως και η καθιέρωση της καθολικής διακίνησης και διεκπεραίωση εγγράφων με χρήση ψηφιακών υπογραφών.

Άλλη προτεραιότητα θα πρέπει να είναι η διασύνδεση των βασικών πληροφοριακών συστημάτων του Δημοσίου με στόχο μια Δημόσια Διοίκηση χωρίς σύνορα. Μέτρα όπως η δημιουργία κέντρων δεδομένων ανά Περιφέρεια και η ενοποίηση σε ένα ενιαίο πληροφοριακό σύστημα, των υπαρχόντων πληροφοριακών συστημάτων Δήμων και Περιφερειών θα πετύχει την εξοικονόμηση πόρων, ανθρωπινων και υπολογιστικών.

Τέλος, θα πρέπει να υιοθετηθεί η αξιολόγηση θεσμών και προσωπικού σε όλους τους τομείς της δημόσιας διοίκησης με τεκμήριο αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας. Αν και η αξιολόγηση στο κράτος είναι συχνά αίτια προστριβών και συγκρούσεων, λόγω της σύνδεσης της με απολύσεις, όταν γίνεται με αντικειμενικό και επιστημονικά τεκμηριωμένο τρόπο, τότε επιτρέπει τον σχεδιασμό και την εγκατάσταση διαδικασιών που βελτίωνουν τους ανθρώπινους πόρους και εγκαθιστούν ένα δίκαιο σύστημα ανταμοιβής. Βασικός στόχος κάθε μεθόδου αξιολόγησης θα πρέπει να είναι η καλύτερη διαχείριση του προσωπικού και των λειτουργιών της διοίκησης, η εισαγωγή στοχευμένων προγραμμάτων εκπαίδευσης και η σύνδεση των αποτελέσματων με συστήματα προαγωγών και αμοιβών. 

Για αυτό ένα δίκαιο και αξιόπιστο σύστημα αξιολόγησης στον δημόσιο τομέα θα πρέπει να ανατίθεται σε εξωτερικούς προς τη διοίκηση αξιολογητές και να βασίζεται σε αντικειμενικά και μετρήσιμα κριτήρια που προτείνει το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης.

Κεντρικός πυρήνας της μετα-μνημονιακής Ελλάδας θα πρέπει να είναι μια διαφορετική πατρίδα με μεγάλες αλλαγές στο κράτος. Ούτε μεγαλύτερο, ούτε μικρότερο και έρμαιο ιδιωτικών συμφερόντων, απλά διαφορετικό. Είναι χρέος των προοδευτικών και σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων να είναι αξιόπιστες και συνεπείς στις θεμελιώδεις αξίες τους για τις αλλαγές που θα προτείνουν. Η απάντηση μας στα προβλήματα του παρελθόντος πρέπει να είναι τολμηρή, ασυμβίβαστη, καινοτόμα.